Σάββατο, Νοεμβρίου 28, 2015

Ποιοι ευθύνονται για την κλοπή των εργάσιμων χρόνων μας;

Τριάντα τρία χρονάκια θητεία


Νοσοκόμα Μέχρι τελευταίας δεκάρας την πλήρωσε τη σύνταξή της, κύρια κι επικουρική, και προγραμμάτιζε με σύνεση και χρηστή διαχείριση τον οικογενειακό της βίο όλα αυτά τα χρόνια | EUROKINISSI/ΒΑΪΟΣ ΧΑΣΙΑΛΗΣ
Τριάντα τρία χρόνια δούλεψε στο νοσοκομείο η κυρία Ελένη. Πτυχιούχος νοσηλεύτρια, αριστούχος παρακαλώ, πρώτη πήγαινε και τελευταία έφευγε μετά το πέρας της βάρδιας της. Πάντοτε με συνέπεια κι εργατικότητα, κανένας δεν βρέθηκε να πει κακή κουβέντα για τη δουλειά της.
Και τη λειψή διοικητική της ανέλιξη, με το σπαθί και τον ιδρώτα της την κέρδισε, κι ας της έβαζαν τρικλοποδιές κάθε είδους αντίζηλοι με κομματικές ταυτότητες και ερείσματα σε βουλευτικά γραφεία, προκειμένου να καρπωθούν θέσεις που ούτε άξιζαν ούτε τίμησαν όταν τις απέκτησαν.
Τριάντα τρία χρόνια κατέβαλλε τις εισφορές της ανελλιπώς στο Ταμείο της η κυρία Ελένη. Μέχρι τελευταίας δεκάρας την πλήρωσε τη σύνταξή της, κύρια κι επικουρική, και προγραμμάτιζε με σύνεση και χρηστή διαχείριση τον οικογενειακό της βίο όλα αυτά τα χρόνια.
Υπολογίζοντας στη σύνταξη αυτή, με καλή πίστη απέναντι στο ελληνικό Δημόσιο που ανέλαβε να διαχειριστεί τον οβολό της και να της τον ανταποδώσει όταν θα 'ρθει η ώρα, πήρε κι ένα στεγαστικό. Μια χαρά είχε ρυθμίσει τα οικονομικά της, θα μπορούσε να το αποπληρώνει και να της μένει κι ένα ποσό να περάσει τα ύστερά της με αξιοπρέπεια.
Ξάφνου, το Δημόσιο κι οι διαχειριστές του αθέτησαν μονομερώς τα συμφωνημένα κι αρχίσανε τις περικοπές. Κόψε από δω, πάρε από κει, δώσε κι έκτακτη εισφορά καθότι θεωρήθηκε και υψηλόμισθη η κυρία Ελένη, έβλεπε τη σύνταξή της να βγάζει φτερά. Εντρομη καθηλωνόταν απ’ τα χαράματα μπρος στον Αυτιά να μάθει τα μελλούμενα, με μεγάλη έγνοια για το στεγαστικό της δάνειο.
Απηύδησε κάποια στιγμή κι είπε να στρίψει αριστερά, αν και ποτέ δεν είχε ιδιαίτερες πολιτικές πεποιθήσεις, μπας και περισώσει κανένα ψιχίο. Και τώρα άναυδη ακούει τους καινούργιους να τη θεωρούν προνομιούχα, τάχα, και να βαφτίζουνε «κοινωνική δικαιοσύνη» την εξίσωση της σύνταξής της με συντάξεις ανθρώπων που δεν κατέβαλαν ούτε το ένα δέκατο των δικών της εισφορών στον εργασιακό τους βίο.
Δεν μπορεί να το δεχτεί ότι θα πέσει πάλι θύμα «εξορθολογισμού», ενώ η ίδια τήρησε πιστά τη συμφωνία της με το Δημόσιο, χωρίς καν να έχει υπάρξει καταμερισμός ευθύνης κι απονομή δικαιοσύνης για την κατασπατάληση των αποθεματικών των Ταμείων, για τα μονομερή κουρέματα ομολόγων, για τον χρηματιστηριακό τζόγο, για τους διορισμένους κομματικούς που τα διέλυσαν και τα οδήγησαν στην ξέρα.
Μα κυρίως δεν το χωρά ο νους της ότι μπορεί να γίνει οποιαδήποτε αλλαγή χωρίς να υπάρξει μέριμνα και για το στεγαστικό της δάνειο, που με θυσίες και στερήσεις καταφέρνει ακόμα να αποπληρώνει με συνέπεια.
«Οσα μου κόψανε απ’ τη σύνταξη δεν θα μπορούσαν αναλογικά να τα κουρέψουνε κι από το οφειλόμενο κεφάλαιο, αφού ουσιαστικά με κρατικά λεφτά σώζονται πάλι οι τράπεζες;» μονολογεί απορημένη. Κι έχει κι άλλες αντιπροτάσεις, όπως να την απαλλάξουν από τον ΦΠΑ στη ΔΕΗ και το πετρέλαιο θέρμανσης ως αντιστάθμισμα ή να υπαχθεί ως παθούσα σε ηπιότερο φορολογικό καθεστώς.
Τριάντα τρία χρόνια έδινε ακατάπαυστα η κυρία Ελένη. Κι όταν ήρθε η ώρα της απολαβής, βρήκε μπροστά της μονάχα ένα απλωμένο χέρι. Είναι το ίδιο χέρι που, αφού πρώτα ξάφρισε τις εισφορές της, μετέπειτα διέγραψε με αυθάδεια τις δικές του υποχρεώσεις, κούνησε επιτιμητικά τον δείκτη του χωρίς αιδώ και τώρα επαιτεί απαιτώντας, χωρίς κανέναν σεβασμό στις συμφωνίες που κάποτε υπέγραψε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: