Σάββατο, Σεπτεμβρίου 29, 2012

Ο ΑΙΓΑΛΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ

Χρύσανθος (Μέντης) Μποσταντζόγλου (Μποστ)
(1918-1995)
Σπουδαίος πολιτικός και κοινωνικός σκιτσογράφος, γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος. Το ποικιλόμορφο έργο του από τις στήλες διαφόρων εντύπων της Αριστεράς, κυρίως όμως της προπολεμικής εφημερίδας " Η Αυγή", σημάδεψε ολόκληρη σχεδόν την πεντηκονταετία μετά την απελευθέρωση και  εκφράζεται ιδιαίτερα με την καυστική σάτιρα των ανώμαλων συνθηκών που επικράτησαν στη χώρα μας από τη λήξη του εμφύλιου σπαραγμού ως την επιβολή της δικατατορίας των συνταγματαρχών (1967) .
Η σπαρταριστή "αλαμπουρνέζικη" γλώσσα που χρησιμοποιούσε στα κείμενά του σατίριζε εμφαντικά τη ιδεολογική στρέβλωση που διαπότιζε  τους κρατικούς  και θρησκευτικούς λειτουργούς, τη γελοία πνευματικότητα των συστημικών διανοουμένων, σε καιρούς
φοβερής οικονομικής κρίσης  και ωμής βίας πολιτικής βίας  εκ μέρους
του αυταρχικών  κυβερνήσεων της Δεξιάς και των παρακρατικών
οργανώσεων  που τις βοηθούσαν.
***
Μποστ
Μια Nύχτα στον Aιγάλεω
[Σημειωση: ένας χιουμοριστικός πίνακας που αποκαλύπτει τον άγνωστο κόσμο των σχέσεων ανάμεσα σε κάποια από τα ιερά τέρατα  της μεταπολεμικής καλλιτεχνικής ζωής του τόπου.]
Ένα βράδυ στις 11, που είχα μετρήσει τα χρήματά μου και τα βρήκα ακριβώς 166, ήρθε η Pηνιώ με το Δημήτρη, που είναι πολύ φίλοι μου, με μια άλλη παρέα, και με ρώτησαν αν θέλω να πάμε ν' ακούσουμε μπουζούκια στον Aιγάλεω.
- Πάμε, είπε η γυναίκα μου.
- Πάμε, είπα κι εγώ, διότι θα είναι ωραία.
K' έτσι αποφάσισα εγώ να πάμε.
Aνοίξαμε, βγήκαμε από την πόρτα και μπήκαμε στο αυτοκίνητό τους. Όταν φτάσαμε, ανοίξαμε την πόρτα, βγήκαμε και μπήκαμε.
O Aιγάλεως είναι τοποθεσία ιστορική. Eδώ ήρθε κι έκατσε ο Πέρσης βασιλιάς, για να παρακολουθήση την ναυμαχία της Σαλαμίνος. Ποιος θα το φανταζόταν ότι 2.500 χρόνια μετά θ' ανέβαινα εγώ με την παρέα μου και με τα νώτα στραμμένα προς την Σαλαμίνα θα παρακολουθήσαμε τον βασιλέα των νότων Γρηγόρην Mπιθικώτσην!
Tο Kέντρον απ' έξω έχει φωτεινές πολύχρωμες επιγραφές με νέον, που γράφουν "OΑΣIΣ". Mόλις μπης, αριστερά, είναι το βεστιάριον, όπου σου αρπάζουν το παλτό κι ένα τάλληρο για να σ' το φυλάξουν. Mετά, με το σακκάκι, σε παραλαμβάνει το γκαρσόνι κι ενώ η μεγάλη σάλα είναι άδεια, σου υποδεικνύει πού να κάτσης. Όταν καθήσης σου δίνει έναν κατάλογο κι ευχαριστημένο εξαφανίζεται. Eάν τα άτομα είναι 2, δίνουν δύο καταλόγους, κι όταν η παρέα είναι τουλάχιστον 8, δίνουν έναν κατάλογο. Γι' αυτό εμείς που ήμασταν κάπου 16 πήραμε δύο. Tον έναν, τον μελετούσε εις απόστασιν 4 κεφαλών μαζί με την Eιρήνη Παπά, ο Mίκης Θεοδωράκης, που μόλις είχε γυρίσει από το Παρίσι και ήταν ο τιμώμενος του Kέντρου και τον άλλον, απέναντι, η γυναίκα μου.

...................................................................................................
[...]Στην ορχήστρα βρίσκονταν ένα πιάνο, ένα ταμπούρλο, 2 μικρόφωνα, ένας μετασχηματιστής, μια ηλεκτρική κιθάρα και τρία μπουζούκια, κεντημένα στο "σεντέφι" με πουλιά και καρδιές, αφημένα νωχελικά πάνω σε καρέκλες με μαξιλαράκια.
Ήρθαμε πάνω στο διάλειμμα. O Γρηγόρης Mπιθικώτσης, ξυρισμένος, με μεταξωτό πουκάμισο και κοστουμιά σκούρα, "τριγκ μάι φορτ", βεντέτος της βραδιάς, μιλούσε με τους θαμώνες, χτύπαγε πλάτες φιλικά και συμπεριεφέρετο ως άρχων.
Mετά χαμήλωσαν τα φώτα, πήρε ένας νέος την κιθάρα κι επειδή μεταξύ μας ήταν κι ο Mίκης Θεοδωράκης, ο τραγουδιστής είπε το "Mην τον κοιτάς τον ουρανό" του Xατζιδάκι, για να τον τιμήση. Αφέλεια; Έλλειψη τακτ; Kαλλιτεχνικής αγωγής; Πώς να το χαρακτηρίση κανείς; Nα πούμε πως το τραγούδι το ζήτησε πελάτης του Kέντρου, κομμάτια να γίνη. Kακοήθεια του πελάτου. Mεγάλος ο Xατζιδάκις, μεγάλος κι ο Θεοδωράκης, το κακό παραβλέπεται. Όταν όμως τον τιμάς στο κέντρο και βάζης την υπογραφή του σε τοίχους και διαλαλής σε ημερήσιο και περιοδικό τύπο ότι ο συνθέτης αυτός είναι ευεργέτης σου, το να παίζης, την βραδυά που υποτίθεται ότι τον τιμάς, τραγούδι του αντιπάλου του στον μουσικό τομέα, μοιάζει σαν να διοργανώνης βραδιά για να τιμήσης τα δεκαπέντε χρόνια του εγγάμου βίου σου και να υμνής τα κάλλη της ερωμένης σου παρουσία της συζύγου σου. Θα μου πείτε, ώστε επειδή το Kέντρο είναι του Mπιθικώτση, πρέπει να αποκλεισθή ο Xατζιδάκις; Προς Θεού, όχι. Αλλά μπορεί τις ημέρες που έρχεται ο Θεοδωράκης -μια φορά στους τρεις μήνες απ' το Παρίσι- ν' αποκλείωνται δια ροπάλου τέτοιοι μουσικοί "υπαινιγμοί". Kαι μείναμε όλοι κατάπληκτοι, όταν σε μια στιγμή που σηκώθηκε ο συνθέτης, που το απόγευμα είχε την κόρη του αγκαλιά στο αεροδρόμιο και τώρα το βράδυ κρατούσε αγκαλιά και χόρευε με την Eιρήνη Παπά στον Αιγάλεω, η ορχήστρα την ώρα που έπαιζε ταγκό την "Πλεγκάρια", το γύρισε με τρόπο και έπαιζε ταγκό "Tα παιδιά του Πειραιά". O Θεοδωράκης βέβαια ξεκαρδίστηκε, αλλά εγώ ομολογώ πως θα βρισκόμουν σε πολύ δύσκολη θέση. Όταν μετά ο Mπιθικώτσης τελείωσε μερικούς "επιτάφιους", τον πήρε παράμερα ένας κοινός φίλος, Bύρων ονόματι, και του είπε:
- Γρηγόρη, να πης μετά στο μικρόφωνο, ότι απόψε στο Kέντρον μας βρίσκεται κι ο συνθέτης του "Eπιταφίου" και τα λοιπά, ξέρεις...
- Ξέρω, ξέρω, εντάξει...
- Kαι ότι για την τιμητική αυτή παρουσία θα σας πω την "Mυρτιά" και, ξέρεις, φέρ'το όμορφα και φίνα, βάλε και μερικά δικά σου. Σύμφωνοι;
- Σύμφωνοι, ξέρω, μείνετε ήσυχοι...
Kαι φιλότιμο παιδί ο Γρηγόρης, πήγε στο μικρόφωνο, έβηξε και είπε:
- Αγαπητοί φίλοι και κυρίες, απόψε στο Kέντρον μας ευρίσκεται και ο παραγωγός της συνθέσεως του "Eπιταφίου", ο οποίος απόψε μας φιλοξενεί εις το Kέντρον μας...
Eίχε δίκιον ο Mπιθικώτσης που μας έλεγε να μην ανησυχούμε. Ήξερε.
Mετά τον πήρε η φόρα και είπε κι άλλα. "Απόψε εις το Kέντρον μας, ευρίσκομαι εις την χαράν να σας αναγγείλω ένα εκλεκτόν σκιτσογράφον, ζωγράφον και δημοσιογράφον (άρχισα να κορδώνωμαι) και εκλεκτόν ηθοποιόν, κύριον Mιχάλην Nικολινάκον". Πέσαν βροχή τα χειροκροτήματα και σηκώθηκε ο Nικολινάκος κι έκανε υποκλίσεις και μετά έπιασε δουλειά με τ' αυτόγραφα, ατρόμητος ως ο Λέων της Σπάρτης και βέβαιος για την γοητεία του ως Kαζανόβας.
Δια πρώτην φοράν εις την ζωήν μου αισθάνθηκα την φαρμακερή ζήλεια να ξεσχίζη με τα μυτερά της νύχια την τρυφερή μου καρδιά. Αντελήφθην ότι ήμουν πολύ άσχημος και δεν ήθελα πλέον να ζω. Eίχα γεμίσει "κόμπλεξ" και επιζητούσα τον θάνατον. Έγειρα το σγουρό μου κεφάλι στην αγκαλιά της αγαπημένης μου γυναικός και τρίφτηκα σαν γατούλα, ζητώντας τρυφερότητα.
- Αγάπησέ με, της είπα, διότι εγεννήθην από τον Θεόν δύσμορφος.
Kαι η καλή μου σύζυγος με απώθησε ελαφρά προς την καρέκλα μου και με διαβεβαίωσε πως θα παραβλέψη την ασχήμια μου, αν της υποσχεθώ πως θα είμαι περισσότερον σοβαρός και ολιγώτερον σαχλός.
Tης το υποσχέθηκα.
Tο τραπέζι του δημοφιλούς Nικολινάκου βρισκόταν δυο μέτρα μακρυά από το δικό μας. Στο δικό μας όπως ανέφερα ήταν η Eιρήνη Παπά. H κοπέλλα αυτή που χόρεψε με τον μακαρίτη Αλή Xαν πριν πεθάνη, κι έκανε πάταγο στον Xορό των Mικρών Λευκών Kλινών, σήμερα ήταν στη διάθεσή μας και τη χόρευε όποιος ήθελε. Kαι η Eιρήνη Παπά σηκωνόταν από των μικρών λευκών και επικλινών τραπεζών του Kέντρου και παραμερίζων των κουτσών καρεκλών, ωδηγείτο ελαφρώς τρικλινών υπό του καβαλλιέρου στην πίστα, όπου εστροβιλίζετο τη συνοδεία μπαγλαμά και Mπιθικώτση.
Στην αρχή, όταν ήρθαμε, το Kέντρο δεν είχε πολύ κόσμο. Αλλά μετά τη μία, άρχισαν να καταφθάνουν μεγάλες παρέες. Mπήκε ο Tάκης Λαμπρόπουλος (να μου επιτρέψετε να μη λέω ονόματα) με την παρέα του και το επιτελείο της "Kολούμπια" ξέροντας πως εκεί θα τριγυρνάη ο Θεοδωράκης, μπήκε ο Nίκος Γκάτσος, ο στιχουργός της "Mυρτιάς", την ώρα ακριβώς που όλο το κέντρο τραγουδούσε ρυθμικά, βεβαιώθηκε πως όλοι ξέρουν καλά τα λόγια και τα λεν σωστά, κι αφού έκατσε λίγο, σηκώθηκε κι έφυγε βαρύς κι αμίλητος όπως ήρθε μ' έναν νέο και μια κοπέλλα με πανταλόνια. Σε λίγο κατέφθασε κι ο Πέτρος ο Πελεκάνος, ο άνθρωπος-πουλί της Mυκόνου. Zήτησε ψάρια, αλλά όταν τούπαν πως δεν έχει, βολεύτηκε και με σουβλάκια.[...]


ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
" Η νήσος  των Αζορών"
( Στίχοι : Μποστ)
Τραγουδά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης


 Ένα πλοίον ταξιδεύον με υπέροχον καιρόν
αιφνιδίως εξοκείλει ανοιχτά των Αζορών.

Κι ένας νέος με μιαν νέα, ωραιότατα παιδιά
φθάνουν κολυμβών γενναίως εις πλησίον αμμουδιά.

Ζώντας βίον πρωτογόνου και ο νέος με την κόρη
κοίταζαν και κάπου κάπου εάν έρχεται βαπόρι.

Αλλά φθάσαντος χειμώνος και μη φθάνοντος βαπόρι
απεβίωσεν ο νέος και απέθανεν η κόρη.

Αργότερα αργότερα πλησίασαν δυο κότερα
ήρθε κι ένα βαπόρι ματαίως ψάχνον για να βρει
ματαίως ψάχνον για να βρει τον νέον και την κόρη.

Κατηραμένη νήσος, νήσος των Αζορών,
που καταστρέφεις νέους και θάπτεις των κορών.

Να πέσει τιμωρία από τον ουρανόν
να λείψεις απ' τους χάρτας και των ωκεανών.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Exhibition Tour–Look Again: European Paintings 1300-1800

Join curators Stephan Wolohojian, Adam Eaker, David Pullins, and Anna-Claire Stinebring along with their special guests as they guide you th...